- σαμανισμός
- Ιδιαίτερο θρησκευτικό σύστημα, διαδομένο προπάντων στις υποαρκτικές περιοχές, κατά το οποίο μερικά πρόσωπα προικισμένα με ειδικές δυνάμεις, οι σαμάν, μπορούν να επικοινωνήσουν με τον κόσμο των πνευμάτων για να πετύχουν ορισμένα ωφελήματα. Ο όρος σαμάν προέρχεται από τους Τουγκού-σους, μογγολικό πληθυσμό της Σιβηρίας.
Ένας σαμάν είναι ένας μάγος που ενεργεί σε κατάσταση έκστασης: σ’ αυτή την κατάσταση φτάνει με τη βοήθεια ψυχικών μέσων - χορών, τραγουδιών, ήχων τυμπάνων κλπ. - καθώς και φυσικών - ναρκωτικών, καπνού κλπ. - αλλά και ο ίδιος έχει ήδη κλίση προς την έκσταση: αυτή εκδηλώνεται με λιποθυμίες, παραισθήσεις κλπ., τυπικές μιας νευρωτικής ιδιοσυγκρασίας. Η ιδιοσυγκρασία αυτή καλλιεργείται έτσι ώστε από το φυσικό γεγονός, τη νεύρωση, δημιουργείται το πνευματικό φαινόμενο, ο σ. Από τις πρώτες ήδη πτώσεις σε καταληψία, αυτός που θα γίνει σαμάν πιστεύει ότι θα συναντήσει τα μελλοντικά προστατευτικά του πνεύματα που θα τον βοηθήσουν στο επάγγελμα του· δεν αρκεί όμως αυτό: είναι αναγκαίο να παρακολούθησα ένα είδος σαμανικής σχολής, η οποία συνίσταται συχνά σε μια περίοδο μαθητείας κοντά σ’ ένα πρεσβύτερο σαμάν.
Κατά την έκσταση ο σαμάν πιστεύει ότι πηγαίνει στον κόσμο των πνευμάτων του κακού· εκεί ξεπερνά, με τη βοήθεια των πνευμάτων που τον προστατεύουν, αναρίθμητες δυσκολίες και ύστερα ξαναγυρίζει στους ανθρώπους, αφού τελειώσει την αποστολή του. Η τυπική αποστολή είναι να ανακτηθεί η ψυχή ενός άρρωστου : αφού οδηγηθεί η ψυχή και πάλι στον κάτοχό της, επέρχεται η ίαση. Ενδεχόμενη αποτυχία δεν αποδίνεται στο βασικό σύστημα, αλλά απλούστατα στην ανικανότητα του σαμάν που έχει κληθεί για τη δουλειά αυτή. Απ’ αυτό εξάγεται ότι δεν είναι οι σαμάν που κάνουν το σ., αλλά ο σ. ως σύστημα είναι αυτός που κάνα σαμάν μερικά άτομα ψυχικά κατάλληλα γι’ αυτό.
Η θετική, από κοινωνική άποψη, λειτουργία των σαμάν αναγνωρίζεται μερικές φορές δημόσια, έτσι που η σαμανική δραστηριότητα μπορεί v’ αποτελέσει επίσημο αξίωμα μέσα στην κοινότητα. Π.χ. στους Βιντού, Ινδιάνους της Καλιφόρνιας, οι υποψήφιοι σαμάν έπρεπε να περάσουν από ένα είδος δοκιμασίας που συνίστατο σε μια εξαντλητική τελετή με δημόσιο χαρακτήρα, καθοδηγούμενη από το φύλαρχο. Όποιος δεν μπορούσε να αντέξει στη δοκιμασία απορριπτόταν, όποιες κι αν ήταν οι άλλες του δυνάμεις.
Και σε μερικούς σαμάν επίσης, όπως και στους μάγους γενικά, αποδίνεται η θέληση να κάνουν κακό (μαύρη μαγεία): αυτοί υφίστανται κάθε είδους δυσμενή μεταχείριση κι όταν η κοινή γνώμη πιστεύει ότι αιτία ορισμένων κακών είναι ο σαμάν, εξορίζεται από την κοινότητα ή θανατώνεται.
* * *ο, Νσύστημα δοξασιών και μαγικών ιεροτελεστιών ορισμένων ουραλοαλταϊκών φύλων τής κεντρικής και βόρειας Ασίας που πιστεύουν στην δύναμη τών σαμάνων.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. shamanism < shaman (βλ. σαμάνος) + κατάλ. -ism (βλ. -ισμός). Η λ. μαρτυρείται από το 1854 στον Στ. Σταθόπουλο].
Dictionary of Greek. 2013.